PAGE TRANSLATION

ΚΟΙΝΟΠΟΙΗΣΤΕ ΤΟ BLOG

Share

Σάββατο 20 Δεκεμβρίου 2008

ΑΙΓΟΠΡΟΒΑΤΟΤΡΟΦΙΑ




Αποθέματα επιστημονικής γνώσης στον τομέα της προβατοτροφίας και δυνατότητες αξιοποίησής της

E. ΡΟΓΔΑΚΗΣ, Καθηγητής,
Εργαστήριο Γενικής & Ειδικής Ζωοτεχνίας του Γεωπονικού Πανεπιστημίου Αθηνών


Περίπου 140.000 οικογένειες στη χώρα ζουν ή συμπληρώνουν το εισόδημά τους από την εκτροφή του προβάτου. Ωστόσο, ο κλάδος δε βρίσκεται σε υψηλά επίπεδα ανάπτυξης, με αποτέλεσμα τα οικονομικά οφέλη που αποφέρει να μην ικανοποιούν την πλειονότητα των προβατοτρόφων. Κύρια αιτία της κατάστασης αυτής είναι η χαμηλή παραγωγικότητα των εκτρεφόμενων ζώων, τόσο από ποσοτική όσο και από ποιοτική άποψη. Επομένως, πρωταρχικό μέλημα του προβατοτρόφου, ο οποίος επιθυμεί να καλλιτερεύσει το βιοτικό του επίπεδο, οφείλει να είναι η αύξηση της παραγωγικότητας του ποιμνίου του. Τούτο, όπως είναι φυσικό, μπορεί να επιτευχθεί μόνο με την ορθολογική αξιοποίηση της διαθέσιμης επιστημονικής γνώσης και τεχνογνωσίας. Στα πλαίσια του κειμένου αυτού:
(α) ορίζονται οι βασικοί συντελεστές της ζωικής παραγωγής,
(β) σχολιάζεται το επίπεδο χρησιμοποίησης των συντελεστών αυτών στην προβατοτροφική πράξη,
(γ) παρουσιάζεται η ερευνητική δραστηριότητα στον τομέα της προβατοτροφίας στην Ελλάδα και
(δ) εξετάζονται, επί τη βάσει συγκεκριμένων παραδειγμάτων, οι δυνατότητες διάχυσης των αποτελεσμάτων της έρευνας στους ενδιαφερομένους.

Βασικοί συντελεστές της ζωικής παραγωγής

Οι κυριότεροι συντελεστές της ζωικής παραγωγής αναφέρονται στο Σχήμα 1. Οι συντελεστές αυτοί μπορούν να χωριστούν σε δύο κατηγορίες. Η πρώτη κατηγορία περιλαμβάνει τους παράγοντες που σχετίζονται με το γενετικό δυναμικό των εκτρεφόμενων ζώων και η δεύτερη κατηγορία τους παράγοντες που καθορίζουν τις συνθήκες του περιβάλλοντος διαβίωσης και παραγωγής των ζώων.
O oρθολογικά σκεπτόμενος προβατοτρόφος αναλύει και συνδυάζει, στα πλαίσια που ορίζουν οι συνθήκες της αγοράς, τους συντελεστές αυτούς, με στόχο τη διαμόρφωση ολοκληρωμένων συστημάτων εκτροφής, τα οποία να μεγιστοποιούν το οικονομικό όφελος της παραγωγικής δραστηριότητας.



Οι συντελεστές της παραγωγής στην προβατοτροφική πράξη

Εχει ήδη τονιστεί, ότι η χρησιμοποίηση των συντελεστών του σχήματος 1 στην προβατοτροφική πράξη απέχει πολύ από τις αρχές που επιβάλλει η ορθολογική χρησιμοποίησή τους.
Οι εγχώριοι, αμιγείς πληθυσμοί έχουν δημιουργηθεί κατά κύριο λόγο με τη δράση των δυνάμεων της βιολογικής εξέλιξης και λιγότερο με τη συνειδητή επέμβαση του προβατοτρόφου, γεγονός που σημαίνει ότι οι βελτιωτικές επεμβάσεις που έχουν υποστεί οι πληθυσμοί αυτοί έχουν συμβάλει λίγο στη διαμόρφωση του παραγωγικού τους δυναμικού. η τάση αύξησης των αποδόσεων που παρατηρείται κατά τα τελευταία χρόνια οφείλεται, πρωτίστως, στην καλλιτέρευση των συνθηκών διαβίωσης των ζώων.
Η χρησιμοποίηση των υπολοίπων συντελεστών παραγωγής δε βρίσκεται σε καλλίτερα επίπεδα.
Το ποσοστό κάλυψης των αναγκών των ζώων από βόσκηση κυμαίνεται μόνον από 30 έως 50%, ανάλογα με το σύστημα εκτροφής. Αυτό οφείλεται στην κακή διαχείριση και αξιοποίηση των βοσκοτόπων, καθώς και στην περιορισμένη έκταση καλλιέργειας κτηνοτροφικών φυτών. εκτιμάται ότι εξαιτίας της κακής διαχείρισης των βοσκοτόπων έχει κατά τις τελευταίες δεκαετίες μειωθεί η παραγωγικότητά τους από 50 έως και 90%. Ενα άλλο πρόβλημα της διατροφής του προβάτου αφορά τη συμπληρωματική διατροφή των ζώων, η οποία σε ελάχιστες μόνο περιπτώσεις βασίζεται σε ισόρροπα σιτηρέσια προσαρμοσμένα στις πραγματικές διαιτητικές ανάγκες των ζωών, γεγονός το οποίο επηρεάζει αρνητικά την υγεία και την παραγωγικότητά τους.
Επίσης, σε μεγάλο βαθμό και ανεξάρτητα από το σύστημα εκτροφής, οι συνθήκες διατήρησης των ζώων δεν είναι ικανοποιητικές. Για το σταβλισμό τους χρησιμοποιούνται, με λίγες εξαιρέσεις, πρόχειρες κατασκευές με υποτυπώδη μηχανολογικό εξοπλισμό και πολλά προβλήματα στη διάταξη και τη λειτουργικότητα των χώρων. Σε πολλές περιπτώσεις, η πυκνότητα των σταβλιζόμενων ζώων είναι υψηλή με αρνητικά επακόλουθα. Οι παρατηρούμενες κακές συνθήκες σταβλισμού έχουν δυσμενή επίδραση στην υγιεινή κατάσταση των ποιμνίων και στην ποιότητα του παραγόμενου γάλακτος. Η κατάσταση αυτή επιδεινώνεται από την παντελή έλλειψη ή υποτυπώδη προληπτική υγιεινή, η οποία συνήθως περιορίζεται σε εμβολιασμούς εναντίον της εντεροτοξιναιμίας και της βρουκέλλας. Συχνά χορηγούνται, επίσης, παρασιτοκτόνα. Ομως, η επέμβαση αυτή δεν επιφέρει τα αναμενόμενα αποτελέσματα, αφού δε λαμβάνεται συλλογική μέριμνα αποπαρασίτωσης και των βοσκοτόπων.
Οσον αφορά, τέλος, την αναπαραγωγή, σημειώνεται ότι ούτε οι συζεύξεις τελούν υπό έλεγχο. Συχρονισμός των οίστρων γίνεται σε πολύ μικρό ποσοστό, ενώ η τεχνητή σπερματέγχυση είναι σχεδόν ανύπαρκτη.
Αποτέλεσμα όλων των παραπάνω είναι οι χαμηλές αποδόσεις των ζώων, η παραγωγή κακής ποιότητας γάλακτος και η αύξηση των απωλειών των παραγωγικών ζώων και των αρνιών από ζωονόσους. Δεν θα ήταν υπερβολή, εάν λεγόταν ότι οι προβατοτροφικές εκμεταλλεύσεις στην πλειονότητά τους δεν ενεργούν προγραμματισμένα και ότι το οικονομικό όφελος που επιτυγχάνουν είναι περισσότερο προϊόν συγκυριών παρά συγκεκριμένων ορθολογικών ζωοτεχνικών χειρισμών.

Ερευνα στον τομέα της προβατοτροφίας

Εξαιτίας του κοινωνικού χαρακτήρα της προβατοτροφίας και της μεγάλης σπουδαιότητάς της για την εθνική οικονομία, τα αρμόδια ερευνητικά ιδρύματα της χώρας εντατικοποίησαν κατά τα τελευταία χρόνια την ερευνητική τους δραστηριότητα σε όλους τους τομείς του κλάδου σημαντικά. γύρω στο 40% των δημοσιευμένων εργασιών στο επιστημονικό περιοδικό της Ελληνικής Ζωοτεχνικής Εταιρίας κατά την περασμένη δεκαετία αναφέρεται στο πρόβατο.
Σπουδαία ερευνητική δραστηριότητα αποτέλεσε καταρχήν η μελέτη των μορφολογικών, αναπαραγωγικών και παραγωγικών ιδιοτήτων των κυριότερων ελληνικών φυλών προβάτων κατά τις τελευταίες δύο δεκαετίες. Η μελέτη αυτή πραγματοποιήθηκε, με βάση συγκεκριμένο πρόγραμμα, στους Σταθμούς Κτηνοτροφικής Ερευνας της χώρας και περιέλαβε τις φυλές Χίου, Κύμης, Καραγκούνικη, Ορεινή Ηπείρου, Φλώρινας και Σφακίων. Τα στοιχεία που προέκυψαν αναλύθηκαν με σύγχρονες βιομετρικές μεθόδους και έδωσαν σημαντικές πληροφορίες για το παραγωγικό δυναμικό των παραπάνω φυλών, καθώς και για τους διάφορους παράγοντες που επηρεάζουν το ύψος των αποδόσεών τους. Παράλληλα, ιδρύθηκαν πέντε Κέντρα Γενετικής Βελτίωσης τα οποία άρχισαν τον έλεγχο των αποδόσεων ορισμένων φυλών προβάτων. Οπως είναι γνωστό, ο έλεγχος των αποδόσεων συνιστά απαραίτητο στάδιο των βελτιωτικών διαδικασιών και επιπλέον παρέχει πολύτιμα στοιχεία στον παραγωγό για την ενδεδειγμένη διατροφή των ζώων, καθώς και για την οικονομική αξιολόγηση των επαγγελματικών του δραστηριοτήτων. Τα Κέντρα Γενετικής Βελτίωσης συνεργάζονται στενά με τα Πανεπιστήμια. Τα τελευταία, συνήθως, διενεργούν τις πολύπλοκες στατιστικές αναλύσεις των στοιχείων από τον έλεγχο των αποδόσεων και προβαίνουν σε αναλύσεις προσομοίωσης για την εύρεση των άριστων σχημάτων επιλογής από γενετική και οικονομική άποψη. Ωστόσο, να τονιστεί ότι παρόλο που τα Κέντρα Γενετικής Βελτίωσης καταβάλλουν αξιόλογες προσπάθειες, η λειτουργία τους εξακολουθεί να συναντά πολλές δυσκολίες, με αποτέλεσμα η επιτυχία τους στο γενετικό επίπεδο να υπολείπεται κατά πολύ του επιθυμητού. Από την άλλη πλευρά, η καλλίτερη διαχείριση των ενταγμένων στο πρόγραμμα ποιμνίων, που επέβαλαν τα ενλόγω Κέντρα είχε, σε πολλές περιπτώσεις, ως αποτέλεσμα την αύξηση των αποδόσεων των ζώων στο φαινοτυπικό επίπεδο.
Στενά συνδεδεμένη με τη γενετική βελτίωση είναι και η αναπαραγωγή, δεδομένου ότι η τελευταία αποτελεί προϋπόθεση της πρώτης. Και στον τομέα αυτόν η ερευνητική δραστηριότητα έχει να επιδείξει σημαντική πρόοδο τελευταία. Μπορεί να λεχθεί ότι διεθνώς το πρόβατο αποτελεί το καλλίτερα μελετημένο είδος ζώου όσον αφορά την ενδοκρινική ρύθμιση της αναπαραγωγικής λειτουργίας. Στην Ελλάδα η έρευνα στον τομέα της αναπαραγωγής του προβάτου περιλαμβάνει ένα ευρύ φάσμα θεμάτων. Τα κυριότερα από τα θέματα αυτά είναι:
α) οι παράγοντες που επηρεάζουν την ηλικία της ήβης, τη γονιμότητα, το μέγεθος των τοκετοομάδων και τη θνησιμότητα των νεογεννήτων,
β) η ορμονική ρύθμιση της λειτουργίας των γονάδων,
γ) ο ορμονικός έλεγχος του κύκλου και
δ) η εμβρυομεταφορά και η τεχνητή σπερματέγχυση.

Από αυτή την ερευνητική δραστηριότητα έχουν προκύψει σημαντικές γνώσεις, οι οποίες μπορούν να συμβάλουν αποτελεσματικά στην καλύτερη αναπαραγωγική διαχείριση των ποιμνίων και, κατ' επέκταση, στην αύξηση της πολυδυμίας, η οποία καθορίζει το εισόδημα που απολαμβάνει ο παραγωγός από την κρεοπαραγωγή, καθώς επίσης και την ένταση της επιλογής που μπορεί να εφαρμοστεί σε έναν πληθυσμό.


Ολα τα ελληνικά πρόβατα αμέλγονται. Επομένως, η γνώση της βιολογικής βάσης της γαλακτοπαραγωγής είναι προϋπόθεση για την αύξηση της παραγωγικότητας των ποιμνίων. Η έρευνα στην Ελλάδα στον τομέα αυτόν εστιάζεται στους μηχανισμούς ανάπτυξης του μαστού, στη μηχανική άμελξη, στη διευκρίνιση των γενετικών και περιβαλλοντικών παραγόντων που επηρεάζουν το ύψος της γαλακτοπαραγωγής, καθώς και στην ποιότητα και τις τυροκομικές ιδιότητες του παραγόμενου γάλακτος. Παρόλο που η κύρια παραγωγική κατεύθυνση του προβάτου είναι η γαλακτοπαραγωγή δεν πρέπει να αγνοείται ότι ένα μεγάλο μέρος του εισοδήματος του προβατοτρόφου προέρχεται από την κρεοπαραγωγή. Στον τομέα της κρεοπαραγωγής δύο είναι τα σπουδαιότερα θέματα που έχουν απασχολήσει την έρευνα: ο τεχνητός θηλασμός και η πάχυνση των αρνιών διαφόρων γονοτύπων σε μεγάλα σωματικά βάρη. Η έρευνα στους τομείς αυτούς συνεχίζεται και ενώ δεν μπορεί να ειπωθεί ότι έχουν επιλυθεί όλα τα υφιστάμενα προβλήματα, είναι γεγονός ότι και στους τομείς αυτούς έχουν δημιουργηθεί σημαντικά αποθέματα γνώσης, άμεσα αξιοποιήσιμα από τους προβατοτρόφους.
Ενα από τα πιο έντονα προβλήματα που αντιμετωπίζει ο προβατοτρόφος είναι η διατροφή των ζώων, η οποία μετέχει με το μεγαλύτερο ποσοστό στη διαμόρφωση του κόστους παραγωγής. Το πρόβλημα έχει αναγνωριστεί προ πολλού από τους ειδικούς, οι οποίοι καταβάλλουν προσπάθειες άμβλυσής του. Τα κυριότερα αντικείμενα έρευνας στον τομέα της διατροφής του προβάτου στα ελληνικά κέντρα έρευνας είναι:
α) η εκτίμηση της διαιτητικής αξίας ζωοτροφών με μεγάλη οικονομική σημασία, όπως βαμβακόσπορος, βαμβακοπλακούς, στέμφυλα εσπεριδοειδών, στέμφυλα οινοποϊίας, υποπροϊόντα αμυλοποϊίας, μελάσα, ελαιόφυλλα κ.τ.λ.,
β) η ανάπτυξη και η εφαρμογή μεθόδων συντήρησης νωπών-ευπαθών ζωοτροφών, όπως ενσίρωση και ξήρανση, καθώς και βελτίωσης της θρεπτικής τους αξίας με διάφορα μέσα,
γ) η ανάπτυξη κατάλληλων σιτηρεσίων προσαρμοσμένων στις ανάγκες των ζώων,
δ) η εκτίμηση του επιπέδου διατροφής βοσκόντων ζώων και η διερεύνηση κάλυψης των αναγκών τους και
ε) η ανάπτυξη μεθόδων καλλίτερης αξιοποίησης της βοσκήσιμης ύλης και καλλίτερης διαχείρισης των βοσκοτόπων.
Η έρευνα τέλος στους τομείς του σταβλισμού και της υγιεινής του προβάτου έχει, επίσης, να επιδείξει σημαντική πρόοδο. Εχουν διευκρινιστεί σε σημαντικό βαθμό οι μεταβλητές του σωστού σταβλισμού, δηλαδή η προσφορά, με οικονομικά αποδεκτό κόστος, ευνοϊκών συνθηκών περιβάλλοντος στα ζώα, η αποφυγή βλαβών στο περιβάλλον και η ευζωία των σταβλιζόμενων ζώων. Οσον αφορά την υγιεινή του προβάτου έχουν μελετηθεί τα κυριότερα λοιμώδη, παρασιτικά και μεταβολικά νοσήματα και έχουν προταθεί τρόποι αντιμετώπισής τους.


Αξιοποίηση των αποθεμάτων ζωοτεχνικής γνώσης

Από όλα τα παραπάνω προκύπτει σαφώς ότι στον τομέα της προβατοτροφίας υπάρχουν μεγάλα αποθέματα ζωοτεχνικής γνώσης στη χώρα τα οποία είναι αναγκαίο να αξιοποιηθούν. Δε χωρεί αμφιβολία ότι στο μέλλον ο προβατοτρόφος θα έχει να εξασκήσει το επάγγελμά του σε ένα λιγότερο προστατευτικό και περισσότερο ανταγωνιστικό περιβάλλον. Αυτό επιτείνει την αναγκαιότητα αξιοποίησης της υφιστάμενης επιστημονικής γνώσης και τεχνογνωσίας για την αύξηση της παραγωγικότητας των ποιμνίων, τη βελτίωση των παραγόμενων προϊόντων και τη μείωση του κόστους παραγωγής, ώστε να αυξηθεί η παραγωγή, να βελτιωθεί η ανταγωνιστικότητα των προϊόντων και να αυξηθεί το εισόδημα.
Η αξιοποίηση της υπάρχουσας ζωοτεχνικής γνώσης από τον προβατοτρόφο περιλαμβάνει δύο στάδια: την απόκτηση και την εφαρμογή της. Με την οικονομική ενίσχυση της Ευρωπαϊκής Ενωσης διεξάγεται τελευταίως πληθώρα επιμορφωτικών σεμιναρίων στον τομέα της κτηνοτροφίας. Ομως, τα σεμινάρια αυτά διόλου απέδωσαν. Ο καλλίτερος τρόπος διάχυσης επιστημονικών γνώσεων στους προβατοτρόφους είναι η εγκαθίδρυση πρότυπων προβατοτροφικών μονάδων και η παρακολούθησή τους με βάση ένα συγκεκριμένο πρόγραμμα, το οποίο οφείλει να περιλαμβάνει τις εξής φάσεις:
(α) αποτύπωση και ανάλυση, με ζωοτεχνικά και οικονομικά κριτήρια, της επικρατούσας κατάστασης στη μονάδα,
(β) η βελτίωση της παραγωγικής διαδικασίας με βάση τα σύγχρονα επιστημονικά επιτεύγματα,
(γ) η παρακολούθηση της πορείας της μονάδας για τουλάχιστον μία παραγωγική περίοδο,
(δ) η αποτύπωση και ανάλυση της νέας κατάστασης,
(ε) η σύγκριση των νέων δεδομένων με τα αρχικά.
Ολες αυτές οι φάσεις παρακολουθούνται και σχολιάζονται από τους ενδιαφερόμενους προβατοτρόφους της περιοχής της πρότυπης μονάδας σε συνεργασία με τους ζωοτέχνες εκπαιδευτές.

Η εκπαίδευση σε πρότυπες μονάδες παραγωγής των προβατοτρόφων περιλαμβάνει και τα δύο στάδια αξιοποίησης της επιστημονικής γνώσης, δηλαδή τόσο την απόκτηση όσο και την εφαρμογή της. Αυτό δεν ισχύει όσον αφορά το σπουδαιότερο, ίσως, συντελεστή της ζωικής παραγωγής, δηλαδή τη γενετική βελτίωση του ζωικού υλικού.
Η γενετική βελτίωση είναι μία σύνθετη και συνεχής διαδικασία, η οποία αναφέρεται σε ολόκληρο τον πληθυσμό και όχι στο μεμονωμένο ποίμνιο. Καθίσταται, επομένως, σαφές ότι η αποτελεσματική εφαρμογή των μεθόδων της Γενετικής Βελτίωσης προϋποθέτει αυστηρό προγραμματισμό και την ύπαρξη κατάλληλων οργανωτικών δομών στήριξης των βελτιωτικών διαδικασιών.
Με τον όρο προγραμματισμός, της γενετικής βελτίωσης, νοείται η ορθολογική χρησιμοποίηση όλων των διαθέσιμων μέσων για την επίτευξη ενός συγκεκριμένου βελτιωτικού στόχου, δηλαδή τη δημιουργία γονοτύπων οι οποίοι να μεγιστοποιούν το οικονομικό όφελος του προβατοτρόφου, κάτω από τις ισχύουσες κάθε φορά οικονομικές, κοινωνικές και γεωμορφολογικές συνθήκες.
Ο προγραμματισμός της γενετικής βελτίωσης είναι μία σύνθετη διαδικασία, η οποία περιλαμβάνει τις φάσεις:
(α) ορισμός του παραγωγικού συστήματος,
(β) καθορισμός του βελτιωτικού στόχου,
(γ) επιλογή του κατάλληλου ζωικού υλικού,
(δ) οργάνωση του ελέγχου των αποδόσεων,
(ε) εκτίμηση των φαινοτυπικών, των γενετικών και των οικονομικών παραμέτρων των παραγωγικών ιδιοτήτων των ζώων,
(ζ) καθορισμός της μεθόδου εκτίμησης των κληροδοτικών τιμών των ζώων,
(η) καθορισμός των επιλεγόμενων χαρακτηριστικών,
(θ) σχεδιασμός του συστήματος σύζευξης,
(ι) σχεδιασμός του συστήματος διάδοσης της γενετικής προόδου,
(κ) διατύπωση ολοκληρωμένων εναλλακτικών προγραμμάτων βελτίωσης,
(λ) γενετικοΔοικονομική αξιολόγηση των εναλλακτικών προγραμμάτων βελτίωσης,
(μ) εκλογή και εφαρμογή του περισσότερο αποτελεσματικού προγράμματος βελτίωσης,
(ν) έλεγχος και παρακολούθηση της αποδοτικότητας του εφαρμοζόμενου προγράμματος και
(ξ) τροποποιητική επέμβαση στο πρόγραμμα, εφόσον διαπιστωθεί ότι η αποδοτικότητά του αποκλίνει από το αναμενόμενο αποτέλεσμα.
Η μεθοδολογία προγραμματισμού της γενετικής βελτίωσης είναι γνωστή στην Ελλάδα και ειδικά όσον αφορά το πρόβατο υπάρχουν αρκετές δημοσιευμένες μελέτες με περιεχόμενο το θέμα αυτό. Τίθεται, επομένως, το ερώτημα γιατί η γενετική βελτίωση του προβάτου στη χώρα υστερεί τόσο πολύ; Η απάντηση στο ερώτημα αυτό είναι ότι ελλείπουν οι κατάλληλες οργανωτικές δομές στήριξης των βελτιωτικών διαδικασιών.
Στην Ελλάδα με το έργο της γενετικής βελτίωσης είναι επιφορτισμένα τα υφιστάμενα πέντε κρατικά Κέντρα Γενετικής Βελτίωσης. Εχει ήδη επισημανθεί ότι οι γεωτεχνικοί που στελεχώνουν τα Κέντρα αυτά καταβάλλουν αξιόλογες προσπάθειες, οι οποίες, όμως, δεν έχουν τα επιθυμητά αποτελέσματα, εξαιτίας των πολλαπλών δυσκολιών που αντιμετωπίζουν. Τα Κέντρα Γενετικής Βελτίωσης πρέπει, επομένως, να αναβαθμιστούν και η αναβάθμιση αυτή οφείλει να προέλθει, πρωτίστως, με πρωτοβουλίες των ίδιων των παραγωγών. Το πρώτο βήμα προς την κατεύθυνση αυτή είναι, η οργάνωσή τους σε Ενώσεις Εκτροφέων Αμιγών Φυλών, οι οποίες θα αναλάβουν τις αναγκαίες πρωτοβουλίες αναβάθμισης των Κέντρων Γενετικής Βελτίωσης και την προώθηση, σε σωστή βάση, της βελτίωσης των αντίστοιχων φυλών προβάτων. Επιδίωξη οφείλει να είναι κάθε Κέντρο, που αντιστοιχεί σε μία μεγάλη φυλή, να εξελιχθεί βαθμιαία σε έναν οργανισμό με τα εξής τμήματα:
(α) ένα τμήμα προγραμματισμού και εποπτείας της βελτιωτικής διαδικασίας με προϊστάμενο ένα γενετιστή,
(β) ένα τμήμα ελέγχου των αποδόσεων και παροχής υπηρεσιών προς τους παραγωγούς, με προϊστάμενο έναν ειδικό στην εκτροφή των παραγωγικών ζώων,
(γ) ένα τμήμα ηλεκτρονικής επεξεργασίας στοιχείων, με προϊστάμενο έναν ειδικό στην Πληροφορική,
(δ) ένα τμήμα βιοτεχνολογίας, με προϊστάμενο έναν ειδικό στην τεχνητή σπερματέγχυση και στη μεταφορά εμβρύων,
(ε) ένα τμήμα πωλήσεων, με προϊστάμενο έναν οικονομολόγο και
(ζ) ένα τμήμα διοίκησης, με προϊστάμενο ένα νομικό.
Τα τμήματα αυτά θα συντονίζονται από ένα γενικό διευθυντή με ειδικότητα στη διοίκηση επιχειρήσεων.
Η εξέλιξη ενός Κέντρου Γενετικής Βελτίωσης στην παραπάνω μορφή συνεπάγεται σημαντικό κόστος. Η κάλυψη του κόστους αυτού οφείλει να αναληφθεί κατά ένα μέρος από τους ίδιους τους παραγωγούς και κατά το άλλο από την Πολιτεία. Την εποχή των αποκρατικοποιήσεων φαίνεται, ίσως, ετεροχρονιστική η άποψη ότι η Πολιτεία πρέπει να συμμετέχει στο κόστος των προγραμμάτων γενετικής βελτίωσης. Ομως, υπάρχουν σοβαροί λόγοι οι οποίοι επιβάλλουν την πραγματοποίηση δημόσιων επενδύσεων στον τομέα της γενετικής βελτίωσης. Ορισμένοι από τους λόγους αυτούς είναι:
(α) η δημιουργία των αναγκαίων προϋποθέσεων για την εφαρμογή εντατικών προγραμμάτων γενετικής βελτίωσης, με σκοπό την επίτευξη, μακροχρόνια, υψηλής γενετικής προόδου,
(β) η αξιοποίηση του γενετικού δυναμικού του εγχώριου ζωικού υλικού με σκοπό την επίτευξη της μέγιστης δυνατής ανεξαρτησίας, όσον αφορά τη διατροφή των κατοίκων της χώρας,
(γ) η εξασφάλιση της ανταγωνιστικότητας του εγχώριου ζωικού κεφαλαίου,
(δ) η διατήρηση επαρκούς γενετικής παραλλακτικότητας στους διάφορους πληθυσμούς για την εξασφάλιση, μακροχρόνια, υψηλής γενετικής προόδου, καθώς και για την αναπροσαρμογή της ζωικής παραγωγής σε τυχόν μελλοντικές μεταβολές στις συνθήκες τις παραγωγικής διαδικασίας και της αγοράς,
(ε) η διαφύλαξη των απειλούμενων από εξαφάνιση φυλών και
(ζ) η παροχή στους παραγωγούς αντικειμενικών πληροφοριών για τη γενετική ποιότητα του ζωικού υλικού, ώστε να αποφεύγεται ο αθέμιτος ανταγωνισμός μεταξύ των βελτιωτών.
Ο καλλίτερος τρόπος επενδύσεων της Πολιτείας στη γενετική βελτίωση των ζώων γενικά είναι η στήριξη και η ανάπτυξη προς την παραπάνω κατεύθυνση των Κέντρων Γενετικής Βελτίωσης.
Οι παραπάνω σκέψεις διαμορφώνουν ένα πλαίσιο το οποίο μπορεί να βοηθήσει στην αναζήτηση της κατάλληλης νομικής μορφής οργάνωσης της γενετικής βελτίωσης, η οποία:
(α) να ορίζει σαφώς το βελτιωτικό στόχο,
(β) να ορίζει σαφώς τις δεσμεύσεις των εμπλεκόμενων φορέων,
(γ) να κατευθύνει όλες τις γινόμενες ενέργειες προς την ίδια κατεύθυνση,
(δ) να ενθαρρύνει και να επιβάλει στους εργαζομένους την πειθαρχία που κάθε οργανωμένη προσπάθεια απαιτεί και
(ε) να δίνει μια αίσθηση σκοπού και συμμετοχής στο επιδιωκόμενο αποτέλεσμα.
Χωρίς αυτή τη συντονισμένη δράση των εμπλεκόμενων φορέων είναι βέβαιο ότι η βελτιωτική διαδικασία θα παραμείνει μια πρόχειρη και συμπτωματική διαδικασία και ο προβατοτρόφος θα συνεχίζει να εκτρέφει ένα ζωικό υλικό το οποίο δεν ανταποκρίνεται στις σύγχρονες οικονομικές απαιτήσεις.
Οι φορείς, που εμπλέκονται στην εφαρμογή ενός ολοκληρωμένου προγράμματος γενετικής βελτίωσης είναι οι ενώσεις των βελτιωτών που αντιπροσωπεύουν το ενεργό μέρος του πληθυσμού, οι ενώσεις των παραγωγών που αντιπροσωπεύουν το παραγωγικό μέρος του πληθυσμού, το αντίστοιχο Κέντρο Γενετικής Βελτίωσης και ενδεχομένως οι εταιρίες επεξεργασίας γάλακτος. Η οργάνωση όλων αυτών των φορέων με την πρέπουσα νομική δομή σε έναν ενιαίο φορέα δεν είναι δύσκολη, αρκεί να πραγματοποιηθεί το πρώτο βήμα που δεν μπορεί να είναι τίποτε άλλο παρά η οργάνωση των παραγωγών. Οι πρωτοβουλίες προς την κατεύθυνση αυτή οφείλουν να προέλθουν από τους ίδιους τους παραγωγούς, οι οποίοι όταν συνειδητοποιήσουν την αποτελεσματικότητα και την ωφελιμότητα ενός ολοκληρωμένου προγράμματος γενετικής βελτίωσης είναι βέβαιο ότι θα προβούν στις απαραίτητες ενέργειες οργάνωσής τους για την απρόσκοπτη εφαρμογή του προγράμματος.

Η προβατοτροφία δεν επηρεάζεται μόνο από τις τεχνικές εξελίξεις, αλλά και από ποικίλους άλλους, κυρίως, οικονομικούς παράγοντες, όπως είναι:
(α) οι εξελίξεις στη συζήτηση των παραγόμενων προϊόντων,
(β) οι εξελίξεις στις τιμές των προϊόντων και στις τιμές των παραγωγικών συντελεστών στην εσωτερική και στη διεθνή αγορά,
(γ) η ακολουθούμενη από τις εκάστοτε κυβερνήσεις οικονομική πολιτική.
Είναι βέβαιο ότι οι παράγοντες αυτοί θα διαμορφώσουν στο μέλλον ένα λιγότερο προστατευτικό και περισσότερο ανταγωνιστικό περιβάλλον εξάσκησης του επαγγέλματος του προβατοτρόφου και θα αυξήσουν τις πιέσεις για τη βελτίωση της παραγωγικότητας του κλάδου. Η χαμηλή παραγωγικότητα του κλάδου οφείλεται σε παράγοντες που έχουν σχέση:
(α) με το χαμηλό γενετικό δυναμικό των εκτρεφόμενων ζώων,
(β) το μικρό μέγεθος των ποιμνίων,
(γ) την προμήθεια και τη χρήση των ζωοτροφών,
(δ) τις απώλειες από ζωονόσους,
(ε) την έλλειψη επαρκούς υποδομής για την εμπορία των παραγόμενων προϊόντων,
(ζ) την επίπονη εργασία κάτω από αντίξοες συνθήκες.
Οπως προκύπτει από τα προηγούμενα, πολλά από τα προβλήματα αυτά μπορούν να ξεπεραστούν με τη σωστή αξιοποίηση των αποθεμάτων ζωοτεχνικής γνώσης που υπάρχει στην Ελλάδα. Ο κλάδος της προβατοτροφίας είναι σημαντικός από οικονομική και κοινωνική άποψη επειδή:
(α) προμηθεύει τον ελληνικό λαό με βασικά προϊόντα,
(β) μετέχει με υψηλό ποσοστό στην ακαθάριστη αξία της ζωικής παραγωγής,
(γ) αξιοποιεί τους τεράστιους σε έκταση βοσκοτόπους της χώρας,
(δ) εξασφαλίζει εισόδημα σε χιλιάδες οικογένειες.

Επομένως, η Πολιτεία, οι Γεωτεχνικοί και τα Ανώτατα Εκπαιδευτικά Ιδρύματα της χώρας, πρέπει να συμπαρασταθούν στις προσπάθειες των προβατοτρόφων για αύξηση της παραγωγικότητας των ποιμνίων τους και, κατ' επέκταση, του εισοδήματος και του βιοτικού τους επιπέδου. Οσον αφορά τα Ερευνητικά Κέντρα της χώρας, οι προβατοτρόφοι να είναι βέβαιοι ότι αυτά είναι ανιδιοτελώς στο πλευρό τους.


ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ ΕΔΩ :


http://www.paseges.gr/portal/homePage.jsf

Δεν υπάρχουν σχόλια: